Politis

Επαναφέροντας την έννομη τάξη για την προάσπιση της Δημοκρατίας

Published December 16, 2025, 16:23
Επαναφέροντας την έννομη τάξη για την προάσπιση της Δημοκρατίας

Η τέχνη, ακριβώς λόγω της φύσης της, κινείται συχνά στα όρια της κοινωνικής ανοχής. Το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι αν ένα έργο «προκαλεί» την κοινή γνώμη, αλλά αν υποκινεί βία με τη δημιουργία στόχων. Στην αντίπερα όχθη, το ερώτημα είναι αν η αντίδραση της κοινωνίας ή του κράτους απέναντι στον καλλιτέχνη ή την τέχνη καταλήγει να υποκινεί και να προάγει βία.
Στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου η προαγωγή ή υποκίνηση βίας αποτελεί έναν από τους ελάχιστους λόγους που μπορούν να δικαιολογήσουν σοβαρό περιορισμό της ελευθερίας της έκφρασης. Από πλευράς τέχνης, δεν αρκεί για τον περιορισμό της η προσβολή θρησκευτικών αισθημάτων ή η ηθική ενόχληση. Απαιτείται συγκεκριμένος κίνδυνος βίας και κοινωνικής αναταραχής λόγω προαγωγής της βίας μέσω της τέχνης. Όχι αυτής της βίας βέβαια που ξεσηκώνει τον κόσμο να την ασκήσει στον καλλιτέχνη αλλά αυτής που τυχόν «ασκεί» ο καλλιτέχνης μέσω της τέχνης του στοχοποιώντας.
Η νομική ανάλυση βρίσκει αφετηρία στην πρώιμη απόφαση Otto-Preminger-Institut κατά Αυστρίας (1994) η οποία έδωσε έμφαση στη «θρησκευτική ειρήνη», θεωρώντας θεμιτό τον περιορισμό μιας ταινίας που προσέβαλλε θρησκευτικά σύμβολα.
Το ΕΔΔΑ, αν και δεν διατυπώνει ρητά έναν γενικό κανόνα εφαρμόζει στην πράξη ένα κριτήριο διαβάθμισης της προστασίας της έκφρασης. Όταν η έκφραση και ιδίως η καλλιτεχνική συμβάλλει σε ζήτημα γενικού ή κοινωνικού ενδιαφέροντος, η προστασία του άρθρου 10 (δηλ. της ελευθερίας της έκφρασης)ενισχύεται και το περιθώριο εκτίμησης του κράτους στενεύει. Αντιθέτως, όταν απουσιάζει τέτοια συμβολή, το Δικαστήριο εμφανίζεται πιο δεκτικό σε περιορισμούς.
Στην Otto-Preminger, το Δικαστήριο έκρινε ότι η ταινία δεν εντασσόταν σε ευρύτερο κοινωνικό ή θεολογικό διάλογο, δεν επιδίωκε κριτική με επιχειρήματα ή συμβολισμό, αλλά προκαλούσε πρωτίστως μέσω της προσβλητικής απεικόνισης ιερών προσώπων.
Καθοριστικό στοιχείο του σκεπτικού αποτέλεσε η εκτίμηση ότι το έργο δεν αποσκοπούσε στην προαγωγή δημόσιου διαλόγου γύρω από τη θρησκεία, αλλά περιοριζόταν σε μια μορφή πρόκλησης που κατέληγε σε εξευτελισμό θρησκευτικών συμβόλων.
Η εκσυγχρονισμός της νομολογίας για την κατοχύρωση της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων επιβάλλει μέσω του Ευρωπαϊκού Δικαίου αποδείξεις για το ότι η έκφραση (μέσω οποιασδήποτε μορφής) υποκινεί μίσος, εχθρότητα ή βία, ιδίως σε κοινωνίες με έντονες εντάσεις.
Είναι η βία επομένως που λειτουργεί ως το πραγματικό «κόκκινο όριο» της προστασίας του άρθρου 10.
Η βασική αντιστάθμιση στην Otto-Preminger βρίσκεται ήδη στη νομολογία Handyside v. United Kingdom (1976), όπου το ΕΔΔΑ καθιέρωσε τη θεμελιώδη αρχή ότι η ελευθερία έκφρασης προστατεύει και ιδέες που «προσβάλλουν, σοκάρουν ή διαταράσσουν». Η αξιολόγηση και καταδίκη της καλλιτεχνικής έκφρασης με κριτήρια ηθικής προσβολής ή συναισθηματικής ενόχλησης παραπέμπει σε προ- δημοκρατικές αντιλήψεις και προ- νομικές μορφές κοινωνικής οργάνωσης. Ο μονολιθικός άνθρωπος, η ενιαία ηθική και η αδιαμφισβήτητη αλήθεια είναι στοιχεία ασύμβατα με τη Δημοκρατία και επικίνδυνα για την ύπαρξη της.
Η υπόθεση Mariya Alekhina and Others v. Russia (Pussy Riot) (2018) αφορά την καταδίκη μελών του συγκροτήματος Pussy Riot για καλλιτεχνική/πολιτική performance εντός καθεδρικού ναού.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 10 και τόνισε ότι η πράξη είχε πολιτικό και καλλιτεχνικό χαρακτήρα, δεν υπήρχε προτροπή σε βία ή μίσος, οι επιβληθείσες ποινές ήταν ιδιαίτερα δυσανάλογες.
Ιδιαίτερη σημασία έχει ότι το Δικαστήριο έκρινε πως η προσβολή θρησκευτικών συναισθημάτων δεν αρκεί, όταν απουσιάζει κίνδυνος για τη δημόσια τάξη ή τα δικαιώματα τρίτων με ουσιαστικό τρόπο.
Η γενική αρχή ενυπάρχει στην υπόθεση Terentyev v. Russia (2018) η οποία αν και δεν αφορά αποκλειστικά τέχνη, είναι καίριας σημασίας για την ερμηνεία του άρθρου 10 και την ελευθερία της έκφρασης καθότι καθορίζει ότι ο «προσβλητικός» ή «σοκαριστικός» λόγος δεν ταυτίζεται με ρητορική μίσους, για να ταυτιστεί απαιτείται στοχοποίηση και πραγματικός κίνδυνος βίας για να δικαιολογηθεί περιορισμός.
Τhe Guide on Article 10 of the European Convention on Human Rights του ΕΔΔΑ επιβεβαιώνει ότι η τέχνη απολαμβάνει αυξημένη προστασία, οι περιορισμοί πρέπει να ερμηνεύονται στενά, και η απλή πρόκληση ή προσβολή δεν επαρκεί.
The Key Theme “Artistic Expression” του Knowledge Sharing Hub του ΕΔΔΑ επισημαίνει ότι το Δικαστήριο αποφεύγει να κρίνει την «αξία» ή την «αισθητική» της τέχνης και εστιάζει στο πλαίσιο, στην πρόθεση, και στις πραγματικές συνέπειες της έκφρασης.
Το ΕΔΔΑ απομακρύνεται από μια αντίληψη προστασίας της κοινωνικής ευαισθησίας ως αυτοτελούς λόγου περιορισμού, και προσεγγίζει την τέχνη ως προνομιακό χώρο ελευθερίας.
Το κρίσιμο ζήτημα είναι το αντίστροφο, δηλαδή τι συμβαίνει όταν η αντίδραση απέναντι σε ένα έργο τέχνης ενθαρρύνει βία κατά του ίδιου του καλλιτέχνη;
Το ΕΔΔΑ έχει επανειλημμένως τονίσει ότι τα κράτη έχουν θετική υποχρέωση να προστατεύουν όσους εκφράζονται με οποιοδήποτε μέσο από απειλές, εκφοβισμό ή φυσική βία. Η ελευθερία της έκφρασης καθίσταται κενή περιεχομένου όταν ένας δημιουργός σιωπά όχι επειδή τιμωρείται τυπικά, αλλά επειδή φοβάται για τη ζωή ή την ασφάλεια του.
Χρειάζεται να εμπεδώσει ο κάθε υπέρμαχος της Δημοκρατίας ότι η δυνατότητα περιορισμού της ελευθερίας της έκφρασης (μέσω οποιασδήποτε μορφής) έγκειται στη βία που προάγει μέσω της δημιουργίας «στόχων».
*Δικηγόρος