Του
Κωστή Πιτσιλλούδη
Εκατοντάδες εκπαιδευτικοί που εργάζονται στα Ευρωπαϊκά Σχολεία υπό το καθεστώς του Τοπικά Προσληφθέντα Εκπαιδευτικού (Locally Recruited Teachers, LRTs) βιώνουν επισφαλείς συνθήκες εργασίας, καθώς εργάζονται με συμβάσεις που, παρότι συχνά χαρακτηρίζονται ως αορίστου χρόνου, δεν τους εξασφαλίζουν ουσιαστική σταθερότητα. Οι διδακτικές τους ώρες και κατά συνέπεια ο μισθός τους μπορούν να μειωθούν ή να αφαιρεθούν οποιαδήποτε στιγμή, χωρίς σαφή διαδικασία προστασίας ή δυνατότητα προσφυγής στο εθνικό εργατικό δίκαιο του Βελγίου. Κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα, οι καθηγητές και οι δάσκαλοι των Ευρωπαϊκών Σχολείων έχουν προβεί σε διάφορες ενέργειες, όπως αυτή της Τρίτης (09/12), όπου μεταφέρθηκαν τα αιτήματά τους προς την Κομισιόν. Παρόλο που καμία κινητοποίηση δεν έχει στόχο την επιβάρυνση των παιδιών, η γενικευμένη ανασφάλεια και οι συχνές αναταράξεις στο προσωπικό αφήνουν αναπόφευκτα αποτύπωμα στη σχολική καθημερινότητα. Με δεκάδες Κύπριους μαθητές να φοιτούν στο σύστημα, το ζήτημα αποκτά και για την Κύπρο ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
«Τα ίδια αιτήματα εδώ και χρόνια»
Όπως δήλωσε στη «Χ» ο καθηγητής σε Ευρωπαϊκό Σχολείο, Kaspar Bulling, τα κύρια αιτήματα των Τοπικά Προσληφθέντων –και όχι μόνο εκείνων στις Βρυξέλλες, αν και αυτοί έχουν ηγηθεί των κινητοποιήσεων– παραμένουν τα ίδια εδώ και αρκετά χρόνια, γεγονός που οδήγησε σε εντατικοποίηση των διαμαρτυριών την περασμένη άνοιξη». Ο κ. Bulling τόνισε ότι οι εκπαιδευτικοί διεκδικούν πρωτίστως δικαίωμα συνδικαλιστικής εκπροσώπησης και μεγαλύτερη εργασιακή ασφάλεια, καθώς οι ισχύουσες συμβάσεις τούς αφήνουν σε «μία μόνιμα επισφαλή συμβατική κατάσταση». Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «οι διδακτικές ώρες και η αντίστοιχη αμοιβή μπορούν, κατ’ αρχήν, να αφαιρεθούν οποιαδήποτε στιγμή, ακόμη και αν οι συμβάσεις είναι τυπικά αορίστου διάρκειας». Ένα ακόμη σημείο τριβής, σύμφωνα με τον κ. Bulling, είναι το μεγάλο μισθολογικό χάσμα μεταξύ δασκάλων πρωτοβάθμιας και καθηγητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, το οποίο, όπως υπογράμμισε, «είναι σήμερα μεγαλύτερο στο Σύστημα των Ευρωπαϊκών Σχολείων από οποιοδήποτε κράτος-μέλος της ΕΕ».
Ο κ. Bulling εξήγησε πως το πρόβλημα εντείνεται από το ίδιο το θεσμικό πλαίσιο, καθώς «το Σύστημα των Ευρωπαϊκών Σχολείων αποτελεί προϊόν πολυμερούς συμφωνίας μεταξύ των κρατών-μελών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και δεν υπόκειται σε καμία εθνική εργατική νομοθεσία». Αυτό, όπως ανέφερε, επιτρέπει στο Σύστημα «να εφαρμόζει τους δικούς του κανόνες έναντι των εργαζομένων χωρίς δυνατότητα νομικής προσφυγής εκτός του σχολικού συστήματος», αφήνοντας έτσι «το 50% του διδακτικού προσωπικού με συμβάσεις που θα ήταν παράνομες σε οποιοδήποτε κράτος-μέλος της ΕΕ». Ο καθηγητής δεν παρέλειψε να επισημάνει και την ειρωνεία της κατάστασης, καθώς «η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει παραπέμψει την Ιταλία στο Δικαστήριο της ΕΕ για παρόμοιες πρακτικές στο δικό της δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα».
Οι ανάγκες αυξάνονται, οι λύσεις καθυστερούν
Από την πλευρά του, ο Γιώργος Χριστοφή, επίσης καθηγητής σε Ευρωπαϊκό Σχολείο, εξήγησε στη «Χ» πως τα Ευρωπαϊκά Σχολεία έχουν σχεδιαστεί ώστε να προσφέρουν πολύγλωσση και πολυπολιτισμική εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες (νηπιαγωγείο, πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση). Τόνισε ότι στους μαθητές που αποφοιτούν από αυτά παρέχεται το Ευρωπαϊκό Απολυτήριο. Ωστόσο, πρόσθεσε ότι «τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των μαθητών έχει αυξηθεί ραγδαία, δημιουργώντας επιπρόσθετες ανάγκες σε εκπαιδευτικό προσωπικό». Όπως ξεκαθάρισε, η κάλυψη αυτών των αναγκών γίνεται πλέον κυρίως μέσω επιτόπιου προσωπικού με συμβάσεις αορίστου χρόνου, όμως η πραγματικότητα είναι λιγότερο ασφαλής από ό,τι υπονοεί ο όρος. «Οι θέσεις εργασίας παραμένουν επισφαλείς ακόμη και μετά από 15 χρόνια υπηρεσίας», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Αναφερόμενος στις κινητοποιήσεις που ξεκίνησαν το 2022, ο επί 12 χρόνια Κύπριος καθηγητής τόνισε πως μετά από τρία χρόνια ο διάλογος προχωρά με αργούς ρυθμούς και οι αλλαγές που προτάθηκαν προς εμάς τους εκπαιδευτικούς δεν είναι ικανοποιητικές. Για αυτό, όπως είπε, οι εκπαιδευτικοί προχωρούν σε αύξηση των κινητοποιήσεών τους έως ότου επιτευθχούν οι στόχοι τους.
Οι εκπαιδευτικοί χρειάζονται σταθερότητα
Ο γραμματέας της συνδικαλιστικής οργάνωσης εκπαιδευτικών ACV Puls, Tom Holvoet, δήλωσε στη «Χ» ότι υπάρχει μεγάλη «αβεβαιότητα στο εργασιακό μας περιβάλλον, γιατί δεν υπάρχει η αναγνώριση των συνδικαλιστικών οργάνων». Όπως ανέφερε, «εμείς ζητούμε ένα διάλογο με εκπροσώπηση για να λυθούν τα προβλήματα των εκπαιδευτικών».
Ο κ. Holvoet περιέγραψε με λεπτομέρεια τις συνθήκες που βιώνουν οι εκπαιδευτικοί, υπογραμμίζοντας πως «οι εκπαιδευτικοί μας έχουν ελάχιστα δικαιώματα και ασταθείς συμβάσεις εργασίας. Δεν γνωρίζουμε πόσες ώρες εργασίας θα έχουμε, δεν έχουμε σταθερό συμβόλαιο και δεν γνωρίζουμε ποιος είναι ο μισθός μας. Πολλές φορές τα μαθήματα μειώνονται με μονομερείς αποφάσεις και αυτό έχει αντίκτυπο στο σύνολο των απολαβών μας».
Παράλληλα, υπογράμμισε το θέμα της υπερφόρτωσης, αναφέροντας ότι «οι διοικητικές απαιτήσεις είναι τεράστιες και μας προκαλούν άγχος. Οι εκπαιδευτικοί χρειάζονται χρόνο για πρόσθετη εκπαίδευση, αλλά δεν υπάρχει ούτε σε αυτόν τον τομέα ενίσχυση». Σύμφωνα με τον ίδιο, «ουσιαστικά τα προβλήματά μας είναι η αβεβαιότητα στην εργασία, η υπερφόρτωση, η ανισότητα και η μη σωστή διαχείριση της οργάνωσης». Για την επίλυσή τους, όπως τόνισε, «ζητάμε εκπροσώπηση στις επιτροπές εκπαιδευτικών, μεταρρύθμιση των συμβάσεων για σταθερή εργασία, ίσα δικαιώματα και συνδικαλιστική εκπροσώπηση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων». Ερωτηθείς εάν η εργασιακή ανασφάλεια των εκπαιδευτικών έχει επιπτώσεις και στη διδασκαλία τους, ο κ. Holvoet απάντησε θετικά, τονίζοντας ότι «η οικονομική αστάθεια και κατ’ επέκταση η ψυχολογική πίεση στους εκπαιδευτικούς μπορεί να οδηγήσει και στη μείωση της ποιότητας διδασκαλίας».
Τα Ευρωπαϊκά Σχολεία
Τα Ευρωπαϊκά Σχολεία ξεκίνησαν τον Οκτώβριο του 1953 στο Λουξεμβούργο, με πρωτοβουλία αξιωματούχων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, με την υποστήριξη των θεσμικών οργάνων της Κοινότητας και της κυβέρνησης του Λουξεμβούργου. Στο σήμερα, τα Σχολεία είναι επίσημα εκπαιδευτικά ιδρύματα που ελέγχονται από κοινού από τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θεωρούνται νομικά ως δημόσια ιδρύματα σε όλες αυτές τις χώρες.
Υπάρχουν 13 Ευρωπαϊκά Σχολεία σε έξι χώρες (Βέλγιο, Ολλανδία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία και Λουξεμβούργο), με συνολικά περίπου 29.000 εγγεγραμμένους μαθητές. Στο Βέλγιο, που φιλοξενεί τον μεγαλύτερο αριθμό σχολείων λόγω της παρουσίας των ευρωπαϊκών θεσμών στις Βρυξέλλες, φοιτούν περίπου 9.500 μαθητές, εκ των οποίων πάνω από 60 είναι Κύπριοι.
Ευρωπαϊκά Σχολεία: Επισφαλείς θέσεις για καθηγητές με επιπτώσεις στους μαθητές
Εκπαιδευτικοί στα Ευρωπαϊκά Σχολεία αντιμετωπίζουν επισφαλείς συνθήκες εργασίας, παρά τις συμβάσεις που συχνά χαρακτηρίζονται ως αορίστου χρόνου. Οι διδακτικές τους ώρες και ο μισθός τους μπορούν να μειωθούν ή να αφαιρεθούν χωρίς σαφή διαδικασία, ενώ δεν έχουν πρόσβαση στο εθνικό εργατικό δίκαιο του Βελγίου. Οι εκπαιδευτικοί διεκδικούν δικαίωμα συνδικαλιστικής εκπροσώπησης και μεγαλύτερη εργασιακή ασφάλεια, καθώς και την άρση του μισθολογικού χάσματος μεταξύ πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Το ζήτημα αφορά και Κύπριους μαθητές που φοιτούν στα Ευρωπαϊκά Σχολεία. Η κατάσταση αυτή αναδεικνύει την ανάγκη για προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων των εκπαιδευτικών και για διασφάλιση της ποιότητας της εκπαίδευσης.
You Might Also Like
Έκθεση ΙΝΕΚ ΠΕΟ: Η οικονομική μεγέθυνση δεν μεταφράζεται σε καθολική ευημερία
Nov 28
Σ. Χαραλάμπους σε συνέντευξη στη «Χ»: Oι εργαζόμενοι δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν, η δύναμη είναι στην ενότητα
Nov 30
Γ.Γ. ΠΕΟ στη «Χ»: «Κανένας εργαζόμενος μόνος του»
Dec 1
Έκθεση κόλαφος της Επιτροπής κατά των Βασανιστηρίων. Κουμάντο στις Φυλακές κάνουν οι «ισχυροί» κατάδικοι
Dec 10
Πέντε χρόνια Brexit: Ακρίβεια, ανεργία και οικονομική αιμορραγία για τους Βρετανούς
Dec 13