Χάρτης νέων ταξιδιών
Η μάνα γάτα, Εκδόσεις Το Ροδακιό, 2025
Συγγραφείς παρουσιάζουν το καινούργιο βιβλίο τους
Πώς θα περιγράφατε το βιβλίο σας για κάποιον που το ακούει για πρώτη φορά;
Η συλλογή διηγημάτων με τίτλο Η ΜΑΝΑ ΓΑΤΑ και άλλες ιστορίες κυκλοφόρησε στην Αθήνα (0κτώβρης 2025) από τις Εκδόσεις ΤΟ ΡΟΔΑΚΙΟ. Στο εξώφυλλο αξιοποιείται σχέδιο της Ευανθίας Σούτογλου. Περιλαμβάνει 17 διηγήματα που, είτε φιλοξενήθηκαν σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά και ιστοσελίδες της Ελλάδας και της Κύπρου είτε δημοσιεύονται για πρώτη φορά. Θεματικά εστιάζονται στον κύκλο «οι δικοί μας άλλοι» (για όσους έχουν το προσδιοριστικό της «διαφορετικότητας» και ζουν ανάμεσά μας), την κατοχή της Κύπρου και τις συνέπειές της, αλλά και την πανδημία, που ως ένα πρωτόγνωρο κοινωνικό φαινόμενο έθεσε σε δοκιμασία τις ανθρώπινες σχέσεις, κάτω από το καθεστώς στέρησης της ελευθερίας. Τέλος, μια επιπλέον ενότητα περιλαμβάνει διηγήματα με ποικίλες θεματικές. Ενδεικτικά, από το σύνολο:
Η μάνα γάτα, που έχασε και τα δυο μικρά της, συναντά στον δρόμο την άγνωστή της οικιακή βοηθό που έχασε κι αυτή στη μακρινή της χώρα τη μονάκριβη κόρη της. Αμέσως τις ενώνει ο κοινός πόνος.
Ο εργάτης από το Κονγκό γίνεται φίλος στην οικοδομή όπου εργαζόταν μ’ έναν κότσυφα. Και, εξαιτίας της σχέσης τους, χάνει τη δουλειά του.
Εν μέσω lockdown λόγω πανδημίας, κάποιος παραβιάζει το πρωτόκολλο των απαγορεύσεων, για να μιλήσει σε μια ανθισμένη μυγδαλιά.
Ανάμεσα στα φυλάκια της γραμμής αντιπαράθεσης στη Λευκωσία, εγκαταλείπεται μια πανέμορφη πληγωμένη φοραδίτσα. Για τα «μάτια» της οι Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι φαντάροι προχωρούν σε μια πρωτοφανή κοινή στάση.
Μια εκδρομή, σαν προσκύνημα στις ομορφιές της κατεχόμενης Κύπρου. Προορισμός, ένα ξωκλήσι, όπου η φουσκωμένη θάλασσα μπαίνει και φιλά τα πόδια των ανθρώπων.
Τουρκοκύπριος, που μας μαθαίνει ότι στη δική τους διάλεκτο, το ουράνιο τόξο δεν το λεν απλά «ζωνάρι», όπως εμείς, αλλά meryemakkusagi, που σημαίνει «ζωνάρι της Παναγίας».
Η 77χρονη που διαδηλώνει μόνη της υπέρ των Παλαιστινίων. Το τελευταίο αυτό διήγημα γράφτηκε πριν από τον πόλεμο στη Γάζα, αποδεικνύεται όμως δυστυχώς τραγικά επίκαιρο.
Το ζητούμενο της λογοτεχνίας είναι να έχουμε ενώπιον μας ένα ανάγνωσμα, που να λειτουργεί ως αισθητική πρόκληση στον καθένα μας ξεχωριστά
Τι σημαίνει για σας ο τίτλος και πώς συνομιλεί με το περιεχόμενο του βιβλίου;
Ο τίτλος θεωρώ ότι εξυπηρετεί τις απαραίτητες επικοινωνιακές ανάγκες: Είναι εύηχος και εύληπτος, έτσι που να προκαλεί και το ανάλογο ενδιαφέρον. Διαβάζοντας όμως κανείς το βιβλίο θα διαπιστώσει ότι λειτουργούν, παράλληλα μ’ αυτόν και διάφορες άλλες συνδηλώσεις. Πέρα από τη μάνα γάτα, θα επισημάνει κανείς τη μάνα Παναγιά, τη μάνα ελιά, τη μάνα γλώσσα και τη μάνα πατρίδα. Οι συνδηλώσεις αυτές «πηγάζουν» μέσα από τα διηγήματα ως παράμετροι της ζωής- άρα και της λογοτεχνικής δημιουργίας- και ως «υποδόρια» στοιχεία της ψυχοσύνθεσής μας. Εδώ – θέλω να πιστεύω- έγκειται και η όποια αξία της λογοτεχνικής μου προσπάθειας. Χωρίς μανιέρες και τα γνωστά τυπικά του διηγηματικού λόγου, ο αναγνώστης πρέπει να αφεθεί, χωρίς να νιώθει, έστω και ίχνος διδακτισμού ή και καθοδήγησης, να προσλάβει το ανάγνωσμα σ’ ένα αποκλειστικά ατομικό επίπεδο.
Σύμφωνα και με το σημείωμα του οπισθοφύλλου του βιβλίου μου, γνωρίσματα της συλλογής είναι: Η ανθρωπιστική προσέγγιση αθώων πλασμάτων, ζώων, τόπων και καταστάσεων, η προσήλωση στα μικρά και ταπεινά, που εκλύουν όμως μεγάλη συναισθηματική φόρτιση, οι ζωηρές περιγραφές των σκηνικών της δράσης, η αφιλόδοξη ροή της αφήγησης που προσδίδει φυσικότητα δίχως ζορίσματα διανοητικά και η ακατάλυτη δροσιά της κυπριακής διαλέκτου, όπου εμφανίζεται.
Πώς βλέπετε το βιβλίο σας να εντάσσεται ή να συνομιλεί με την κυπριακή λογοτεχνία;
Μα, είναι αυτονόητο ότι εντάσσεται στην Κυπριακή Λογοτεχνία, ό,τι κι αν αυτό σημαίνει. Όμως, μια και μου δίνεται η ευκαιρία με την ερώτησή σας, προχωρώ σ’ έναν προβληματισμό μου γύρω από το θέμα: Ο χώρος και ο χρόνος ως πλαίσια του μύθου δεν είναι ποτέ επαρκή από μόνα τους γι’ αυτή την κατάταξη. Το αν ο μύθος μου αναφέρεται στην Κύπρο ή την Ελλάδα, ασφαλώς μπορεί να επηρεάζει τον αναγνώστη σε μια σχέση συναισθηματική, ας πούμε με τα ιδιαίτερα τοπικά δεδομένα. Όμως, δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι, πέρα από τα ειδικά αυτά στοιχεία που μπορούν να ικανοποιούν ή όχι, αυτό καθαυτό το ζητούμενο της λογοτεχνίας είναι να έχουμε ενώπιον μας ένα ανάγνωσμα, που να λειτουργεί ως αισθητική πρόκληση στον καθένα μας ξεχωριστά.
Επιπλέον, έχουμε και το θέμα της διαλέκτου, ένα ζήτημα για το οποίο τελευταία γίνεται πολύς λόγος. Προσωπικά, χρησιμοποιώ τη διάλεκτο σε σχέση με το ήθος των ηρώων μου και το συγκεκριμένο χωροχρονικό πλαίσιο της ιστορίας μου. Αν έχω λόγου χάριν έναν μονόλογο μιας Κυπρίας γριάς, θα προσπαθήσω να τον δώσω και με το ήθος του λόγου της
Ικανοποιήθηκα, πρόσφατα, όταν η εκδότριά μου μίλησε για τη μουσικότητα της κυπριακής διαλέκτου, την οποία απολαμβάνει. Η χρήση λοιπόν της κυπριακής διαλέκτου δεν είναι ποσοτική ή αυθαίρετη. Είναι ακόμα μια δυνατότητα της γλώσσας να δώσει όσα η πανελλήνια δημοτική κάποτε αδυνατεί. Ο δημιουργός γράφει στη διάλεκτο, μόνο όταν νιώσει ότι του είναι απαραίτητη για την έκφραση των βαθύτερων αναγκών του.
Dialogos
Κώστας Λυμπουρής: Ο αναγνώστης πρέπει να αφεθεί να προσλάβει το ανάγνωσμα σ’ ένα αποκλειστικά ατομικό επίπεδο
Published November 30, 2025