Μια από τις πιο χαρακτηριστικές στιγμές της απελπισίας που βιώνουν οι άμαχοι στη Γάζα αποτυπώθηκε πρόσφατα σε μια λιτή, σχεδόν ωμή ανάρτηση του Ομάρ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
«Είμαι ο συγγραφέας Omar Hamad και θέλω να ανταλλάξω την πολύτιμη βιβλιοθήκη μου με ένα σακί αλεύρι», έγραψε. Η φράση έγινε γρήγορα viral, όχι επειδή ήταν λογοτεχνική ή συμβολική, αλλά επειδή ήταν αληθινή.
Σε μια κοινωνία που βρίσκεται αντιμέτωπη με οξύ λιμό, όπου το αλεύρι έχει γίνει πολυτέλεια και εκατοντάδες οικογένειες ζουν με ελάχιστες θερμίδες την ημέρα, η ανάρτηση του Ομάρ φωτίζει με έναν τρόπο αφοπλιστικό την πραγματικότητα της πείνας. Η βιβλιοθήκη του (η ίδια που κουβάλησε σε κάθε εκτοπισμό, η ίδια που αποτελεί κομμάτι της ταυτότητάς του) μετατράπηκε, έστω και για μια στιγμή, σε αντικείμενο ανταλλαγής για να εξασφαλιστεί απλώς ένα γεύμα.
Η ανάρτηση δεν ήταν έκκληση για συμπόνια, αλλά μια κραυγή αλήθειας: στη Γάζα, ακόμη και τα πιο πολύτιμα πράγματα ενός ανθρώπου μπαίνουν στη ζυγαριά της επιβίωσης. Και αυτή η ζυγαριά, όσο κι αν πονά, δείχνει ξεκάθαρα το μέγεθος της ανθρωπιστικής καταστροφής.
- Δεν είμαστε αριθμοί. Είμαστε άνθρωποι που προσπαθούμε να κρατήσουμε τη μνήμη μας ζωντανή
- Υπάρχουν πολλές στιγμές που με σημάδεψαν, αλλά μία από αυτές δεν φεύγει ποτέ από το μυαλό μου… Ο ανιψιός μου μου είπε απλά: «Πεινάω»
- Ζητώ από τον κόσμο στην Κύπρο και την Ευρώπη να μας δει με ανθρώπινη ματιά, όχι με απόσταση. Να ακουστεί η φωνή μας, να ειπωθεί η αλήθεια
Συνέντευξη στην Μπισάν Ιμπραχήμ
Μέσα στα χαλάσματα της Πόλης της Γάζας, εκεί όπου οι βομβαρδισμοί έχουν γίνει ο ήχος του καθημερινού κόσμου, ένας 26χρονος νέος προσπαθεί να κρατήσει όρθιο ό,τι απέμεινε από τη ζωή του πριν από τον πόλεμο. Ο Ομάρ Χάμεντ, φαρμακοποιός και συγγραφέας, γεννημένος στο Μπέιτ Χανούν, μία από τις πρώτες πόλεις που σχεδόν ισοπεδώθηκαν, ζει σήμερα σε ένα μικρό δωμάτιο στο κέντρο της Γάζας, με ραγισμένους τοίχους και ένα μοναδικό παράθυρο που αφήνει λίγο φως να περάσει.
Η εφημερίδα μας κατάφερε να επικοινωνήσει μαζί του και μέσα από τις απαντήσεις του ξεδιπλώνεται μια ιστορία επιμονής, απώλειας και αξιοπρέπειας, μια ζωή που έχει χωρέσει πια μέσα σε τέσσερις μεγάλες υφασμάτινες τσάντες.
Αυτές οι τσάντες είναι η βιβλιοθήκη του. Τα βιβλία που μάζεψε βιαστικά την ημέρα που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Μπέιτ Χανούν και που από τότε τον ακολουθούν σε κάθε εκτοπισμό… περισσότερους από δέκα. «Όπου κι αν πάω, πάνε μαζί μου», γράφει. Για τον Ομάρ, αυτά τα βιβλία είναι η ταυτότητά του, οι ιστορίες που αγάπησε, οι γνώσεις που απέκτησε στο Πανεπιστήμιο Αλ-Άζχαρ, τα ποιήματα που τον διαμόρφωσαν ως άνθρωπο και ως συγγραφέα.
Κάποια από τα βιβλία είναι σκισμένα στις άκρες, άλλα φθαρμένα από την υγρασία, σημάδια της ζωής στους δρόμους και των νυχτών σε πρόχειρα καταφύγια. Κι όμως, κανένα δεν εγκαταλείφθηκε. «Αν χάσω αυτά, χάνω κι ένα κομμάτι από τον εαυτό μου», σημειώνει.
Με λόγια άμεσα και συχνά συγκλονιστικά, περιγράφει όσα βιώνει στη Γάζα και μοιράζεται σκέψεις που φωτίζουν μια πραγματικότητα δύσκολη να συλλάβει κανείς από απόσταση.
Μέσα στον πόλεμο που συνεχίζεται στη Γάζα, αποφάσισες να σώσεις τη βιβλιοθήκη σου. Γιατί; Τι σημαίνουν για εσένα τα βιβλία σε αυτές τις συνθήκες;
«Από την πρώτη μέρα της γενοκτονίας αναγκαστήκαμε να φύγουμε από το Μπέιτ Χανούν. Ήξερα ότι δεν θα ξαναδώ ποτέ το σπίτι μου όρθιο. Μετά την οικογένειά μου, το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν τα βιβλία μου.
Δεν είναι απλώς αντικείμενα. Είναι κομμάτι της ψυχής μου, της προσωπικότητάς μου, της ταυτότητάς μου. Τα μάζεψα σε υφασμάτινες τσάντες και τα πήρα μαζί μου σε κάθε εκτοπισμό, περισσότερες από δέκα φορές. Είναι μαζί μου ακόμα, και είμαι ευγνώμων γι’ αυτό.»
Πιστεύεις ότι η διατήρηση των βιβλίων και της γνώσης μπορεί να θεωρηθεί μια μορφή αντίστασης μέσα στον πόλεμο;
«Ναι, γιατί η γνώση δεν είναι πολυτέλεια· είναι δύναμη. Όταν χάνεις τα πάντα γύρω σου, αυτό που μένει είναι το τι έχεις μέσα σου, στο μυαλό σου και στην καρδιά σου. Η εκπαίδευση, η σκέψη, η λέξη… όλα αυτά είναι στοιχεία που κανένας στρατός δεν μπορεί να καταστρέψει, εκτός αν τα εγκαταλείψουμε εμείς οι ίδιοι.
Για μένα, το να κρατώ τα βιβλία μου ζωντανά είναι ένας τρόπος να θυμίζω στον εαυτό μου ότι είμαι ακόμα άνθρωπος, όχι μόνο επιζών. Η γνώση είναι μια μορφή προστασίας και ταυτόχρονα η πιο αθόρυβη αλλά ουσιαστική μορφή αντίστασης».
Ποια είναι η στιγμή ή η εικόνα που δεν θα ξεχάσεις από την αρχή του πολέμου;
«Υπάρχουν πολλές στιγμές που με σημάδεψαν, αλλά μία από αυτές δεν φεύγει ποτέ από το μυαλό μου. Ήμασταν όλοι στο σπίτι, κουρασμένοι, εξαντλημένοι, και είχαν περάσει δύο ολόκληρες μέρες χωρίς φαγητό. Ο ανιψιός μου με κοίταξε με ένα βλέμμα που δεν μπορώ να περιγράψω και μου είπε απλά: “Πεινάω”.
Αυτή η λέξη, ειπωμένη από ένα παιδί που ξέρει ότι δεν υπάρχει τίποτα να του δώσεις, είναι κάτι που σε διαλύει. Κάθε φορά που προσπαθώ να γράψω γι’ αυτό, τα λόγια σταματούν. Δεν ξέρω τι μπορείς να πεις μετά από ένα “πεινάω”. Είναι μια κραυγή που την κουβαλάς μέσα σου».
Πώς έχει αλλάξει ο πόλεμος τη σχέση σου με τη γραφή;
«Πριν από τον πόλεμο έγραφα αλλιώς. Ήμουν άνθρωπος που αγαπούσε τον έρωτα, την ποίηση, τις ιστορίες που γεννιούνται από τη ζωή και όχι από το θάνατο. Έγραφα με ευαισθησία, με ηρεμία. Μπορώ να πω ότι το μελάνι μου ήταν μπλε.
Μετά τον πόλεμο, όλα αυτά εξαφανίστηκαν. Η πραγματικότητα έγινε τόσο σκληρή, που ένιωσα πως δεν έχω πια μελάνι, μόνο αίμα. Τώρα γράφω για όσα με πονάνε, για όσα χάνουμε καθημερινά.
Από κάποιος που αγαπούσε τη ζωή και έγραφε γι’ αυτήν, έγινα κάποιος που γράφει για το θάνατο, γιατί είναι αυτό που τον περιβάλλει. Είναι δύσκολο να περιγράψω πόσο αλλάζει η ψυχή σου όταν η γραφή σου δεν γεννιέται από όνειρα αλλά από πληγές».
Ποιο είναι το μήνυμα που θέλεις να στείλεις στους ανθρώπους στην Κύπρο και την Ευρώπη;
«Θέλω να πω ότι αυτό που συμβαίνει στη Γάζα δεν είναι εικόνες ή αριθμοί στις οθόνες. Είναι άνθρωποι που ζουν κάθε μέρα με το φόβο, την απώλεια και την πείνα. Εμείς εδώ δεν είμαστε στατιστικές· είμαστε άνθρωποι με όνειρα, με οικογένειες, με ιστορίες που κανείς δεν έχει δικαίωμα να σβήσει.
Ζητώ από τον κόσμο στην Κύπρο και την Ευρώπη να μας δει με ανθρώπινη ματιά, όχι με απόσταση. Να ακουστεί η φωνή μας, να ειπωθεί η αλήθεια. Κάθε φορά που η αδικία μένει χωρίς αντίδραση, η καταστροφή μεγαλώνει.
Μιλήστε για την Παλαιστίνη. Μιλήστε για τη Γάζα. Η σιωπή είναι το πιο σκληρό πράγμα που μπορεί να αντιμετωπίσει ένας λαός».
Η ανάρτηση που συγκλόνισε: «Θέλω να ανταλλάξω τη βιβλιοθήκη μου με ένα σακί αλεύρι»
Μια από τις πιο χαρακτηριστικές στιγμές της απελπισίας που βιώνουν οι άμαχοι στη Γάζα αποτυπώθηκε πρόσφατα σε μια λιτή, σχεδόν ωμή ανάρτηση του Ομάρ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. «Είμαι ο συγγραφέας Omar Hamad και θέλω να ανταλλάξω την πολύτιμη βιβλιοθήκη μου με ένα σακί αλεύρι», έγραψε. Η φράση έγινε γρήγορα viral, όχι επειδή ήταν λογοτεχνική ή συμβολική, αλλά επειδή ήταν αληθινή.
Σε μια κοινωνία που βρίσκεται αντιμέτωπη με οξύ λιμό, όπου το αλεύρι έχει γίνει πολυτέλεια και εκατοντάδες οικογένειες ζουν με ελάχιστες θερμίδες την ημέρα, η ανάρτηση του Ομάρ φωτίζει με έναν τρόπο αφοπλιστικό την πραγματικότητα της πείνας. Η βιβλιοθήκη του (η ίδια που κουβάλησε σε κάθε εκτοπισμό, η ίδια που αποτελεί κομμάτι της ταυτότητάς του) μετατράπηκε, έστω και για μια στιγμή, σε αντικείμενο ανταλλαγής για να εξασφαλιστεί απλώς ένα γεύμα.
Η ανάρτηση δεν ήταν έκκληση για συμπόνια, αλλά μια κραυγή αλήθειας: στη Γάζα, ακόμη και τα πιο πολύτιμα πράγματα ενός ανθρώπου μπαίνουν στη ζυγαριά της επιβίωσης. Και αυτή η ζυγαριά, όσο κι αν πονά, δείχνει ξεκάθαρα το μέγεθος της ανθρωπιστικής καταστροφής.
Dialogos
Μαρτυρίες από τη Γάζα – Η βιβλιοθήκη που επέζησε δέκα εκτοπισμούς – Συνέντευξη στη «Χ»
Published November 16, 2025
Μέσα από μια συγκλονιστική μαρτυρία από τη Γάζα, παρουσιάζεται η ιστορία του Ομάρ, ενός συγγραφέα που αναγκάστηκε να προσφέρει τη βιβλιοθήκη του σε αντάλλαγμα για αλεύρι, λόγω του οξύτατου λιμού που επικρατεί στην περιοχή. Η ανάρτηση του Ομάρ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έγινε σύμβολο της απελπισίας και της τραγωδίας που βιώνουν οι άμαχοι στη Γάζα. Η συνέντευξη αποκαλύπτει τις δυσκολίες και τις απώλειες που έχουν υποστεί οι κάτοικοι της Γάζας, καθώς και την ανάγκη για ανθρωπιστική βοήθεια και ειρήνη.