Του Πατριάρχη
Ο χθεσινός ανασχηματισμός του Νίκου Χριστοδουλίδη δεν ήταν από αυτούς που αλλάζουν την δομή της κυβέρνησης. Ήταν όμως από αυτούς που αλλάζουν το κλίμα και στην πολιτική, ειδικά όταν κυβερνάς με περισσότερους από έναν εταίρους, το κλίμα είναι ζήτημα καθοριστικής σημασίας.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν ήταν ποιος βγήκε και ποιος μπήκε στο υπουργικό συμβούλιο, αλλά ήταν ο τρόπος και οι ισορροπίες.
ΔΗΚΟ και ΔΗΠΑ μπορεί να ευνοήθηκαν, όμως το ότι Νικόλας Παπαδόπουλος και Μάριος Κάρογιαν δεν ενημερώθηκαν για προθέσεις αλλά βρέθηκαν μπροστά σε αποφάσεις, δημιούργησε αχρείαστο εκνευρισμό. Όπως μου έλεγε στέλεχος του ΔΗΚΟ, «σε μια κυβέρνηση συνεργασίας, η προειδοποίηση δεν είναι τυπικότητα, είναι ελάχιστη υποχρέωση, για να μη νιώθουν οι άλλοι ότι τους θυμήθηκες μόνο όταν ήρθε η ώρα της φωτογραφίας».
Η ΕΔΕΚ, από την άλλη, αντέδρασε όπως αντιδρά ένα κόμμα όταν πιστεύει ότι το αντιμετωπίζουν ως «αναγκαίο κακό». Θεωρεί ότι αδικήθηκε αφού συμμετέχει μόνο με τη Μαρία Παναγιώτου, την ώρα που άλλα κόμματα μετρούν περισσότερες καρέκλες και, κυρίως, έχουν περισσότερη «προσοχή» από το Προεδρικό. Μπορεί κάποιος να συμφωνεί ή να διαφωνεί με τη στάθμιση, αλλά το πολιτικό γεγονός είναι αδιαμφισβήτητο. Οι εταίροι δεν βγήκαν από τον ανασχηματισμό πιο δεμένοι. Μάλλον βγήκαν πιο καχύποπτοι.
Και εδώ αρχίζουν τα δύσκολα, γιατί οι καχύποπτοι εταίροι αμφισβητούν και αμφισβητούν ακόμα και την χρησιμότητα συνέχισης στήριξης στη κυβέρνηση.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό, κάποιες κινήσεις του Προέδρου αφήνουν ερωτηματικά.
Η παραμονή της Μαρίας Παναγιώτου, ενώ πολλοί προεξοφλούσαν ότι θα πληρώσει το πολιτικό κόστος των καλοκαιρινών πυρκαγιών, δείχνει είτε ότι ο Πρόεδρος δεν θέλησε να ανοίξει άλλο μέτωπο είτε ότι πιστεύει πως η «ποινή» θα ήταν άδικη ή αχρείαστη. Όποια κι αν είναι η ανάγνωση, το αποτέλεσμα είναι ένα: το Προεδρικό επιλέγει να μην επιβεβαιώσει τη λογική του αποδιοπομπαίου τράγου, ακόμη κι όταν αυτή βολεύει επικοινωνιακά.
Παρόμοια διπλή ανάγνωση έχει και η μετακίνηση του Μάριου Χαρτσιώτη. Με τα όσα καταγράφηκαν το τελευταίο διάστημα, πολλοί περίμεναν την εκπαραθύρωση του από το κυβερνητικό κάδρο. Αντί γι’ αυτό, είδαμε μετακόμιση στην Προεδρία της Δημοκρατίας, σαφώς υποβαθμισμένη σε σχέση με ένα υπουργείο, αλλά πάντως εντός του στενού πυρήνα. Τέτοιες επιλογές συχνά δεν ικανοποιούν κανέναν. Ούτε όσους ήθελαν ρήξη, ούτε όσους ήθελαν πλήρη στήριξη.
Το πιο ανησυχητικό, όμως, δεν βρίσκεται στις μετακινήσεις προσώπων, βρίσκεται στη συνολική εικόνα λειτουργίας του κυβερνητικού μηχανισμού. Αν συνυπολογίσει κανείς το μπάχαλο με τους Γενικούς Διευθυντές, καταλαβαίνει ότι το κράτος δεν εκπέμπει την ηρεμία μιας μηχανής που δουλεύει ρολόι. Και όταν από πάνω έχεις πολιτικούς τριγμούς και από κάτω διοικητική αστάθεια, τότε οι κλυδωνισμοί δεν είναι πιθανότητα. Είναι βεβαιότητα.
Κάποτε, σε τέτοιες στιγμές, οι κυβερνήσεις καταφεύγουν στο εύκολο αφήγημα του τύπου: «Ανανεωνόμαστε, δυναμώνουμε, προχωρούμε», αλλά θα πρέπει να πείθει.
Αν ο ανασχηματισμός δεν δώσει γρήγορα σημάδια καλύτερης διαχείρισης, καλύτερου συντονισμού και πιο καθαρής γραμμής, τότε θα μείνει ως μια κίνηση τακτικής που άνοιξε περισσότερα θέματα απ’ όσα έκλεισε.
Και κάτι τελευταίο, ίσως το πιο πολιτικά χρήσιμο. Οι εταίροι μπορεί να θυμώνουν σήμερα για την έλλειψη ενημέρωσης, αλλά αύριο θα θυμώνουν για κάτι πιο συγκεκριμένο. Για μια δύσκολη ψηφοφορία, για μια κρίση, για μια επιμονή του Προεδρικού σε έναν χειρισμό. Η έλλειψη εμπιστοσύνης δεν είναι απλώς κακή ατμόσφαιρα, είναι πρόβλημα λειτουργίας.
Ο Πρόεδρος ήθελε να δείξει ότι έχει την πρωτοβουλία κινήσεων και το έδειξε. Το ερώτημα είναι αν, στην προσπάθειά του να κρατήσει το τιμόνι πιο σφιχτά, έδωσε στους συνοδηγούς του λόγο να ψάχνουν από τώρα (και λόγω εκλογών) να βρουν πού είναι το χειρόφρενο.
Ο ανασχηματισμός ως μήνυμα, και το μήνυμα ως πρόβλημα
Ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης Χριστοδουλίδη, αν και περιορισμένος, ερμηνεύεται ως ένα μήνυμα προς τους κυβερνητικούς εταίρους, αλλά η αποτελεσματικότητα αυτού του μηνύματος αμφισβητείται. Η ενίσχυση της θέσης του ΔΗΚΟ και της ΔΗΠΑ στο υπουργικό συμβούλιο, ενώ παράλληλα δεν υπήρξε επαρκής διαβούλευση με τους ηγέτες των κομμάτων, προκάλεσε εκνευρισμό και καχυποψία. Η έλλειψη επικοινωνίας και η αίσθηση ότι ορισμένοι εταίροι αντιμετωπίστηκαν περιφερειακά, υπονομεύουν την εμπιστοσύνη και την συνεργασία εντός της κυβέρνησης. Η ΕΔΕΚ, για παράδειγμα, εκφράζει την δυσαρέσκειά της για την περιορισμένη εκπροσώπηση στο νέο υπουργικό συμβούλιο, αισθανόμενη ότι η συμβολή της δεν αναγνωρίζεται επαρκώς. Η παραμονή ορισμένων υπουργών, παρά τις πιέσεις για αλλαγή, δημιουργεί επίσης ερωτηματικά. Το άρθρο επισημαίνει ότι η συνολική εικόνα λειτουργίας του κυβερνητικού μηχανισμού είναι προβληματική, με καθυστερήσεις και αβεβαιότητα στην τοποθέτηση των Γενικών Διευθυντών. Η απουσία μιας σταθερής και αποτελεσματικής διοίκησης, σε συνδυασμό με τις πολιτικές εντάσεις, δημιουργεί ένα ασταθές περιβάλλον και θέτει υπό αμφισβήτηση την ικανότητα της κυβέρνησης να υλοποιήσει τις πολιτικές της. Συνοψίζοντας, ο ανασχηματισμός, ενώ στόχευε στην ενίσχυση της κυβερνητικής πλειοψηφίας και στην βελτίωση του κλίματος, φαίνεται να έχει επιδεινώσει τις σχέσεις με ορισμένους εταίρους και να έχει αναδείξει τα προβλήματα λειτουργίας του κυβερνητικού μηχανισμού. Όπως και στα προηγούμενα άρθρα, υπάρχει αναφορά στην premium συνδρομή και την πολιτική σχολίων.
You Might Also Like
Όταν ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας παραιτείται… παραιτείται
Nov 24
Ορθοδοξία, Καθολικισμός και το στοίχημα του κοινού Πάσχα
Nov 30
Τα παιχνίδια εξουσίας και η θεσμική παρακμή
Nov 30
Όταν οι Φυλακές κυβερνούν εκτός των τειχών
Nov 30
Το Σχίσμα και η βαριά ιστορία δεν θα γεφυρωθούν με κοινό εορτασμό του Πάσχα
Dec 1