Η Κυβέρνηση κατέθεσε τις αλλαγές της, τα συγκυβερνώντα κόμματα τις τροπολογίες τους, τα υπόλοιπα κόμματα τις διαφωνίες τους και η φορολογική μεταρρύθμιση πήρε το δρόμο της.
Παρουσιάστηκε ως «ανάσα» για τα νοικοκυριά και τη μεσαία τάξη. Όμως ποιοι πραγματικά επωφελούνται; Πίσω από την πολιτική βαβούρα, δεν φαντάζει και τόσο εντυπωσιακή. Αλλά ας τα δούμε τα πράγματα ένα-ένα.
Αρχικά, αυξήθηκε το αφορολόγητο, που μπορεί να είναι κάποια βοήθεια αλλά όχι για όλους. Ο λόγος γιατί όφελος θα δουν μόνο όσοι έχουν σταθερά εισοδήματα. Πολλοί χαμηλόμισθοι ή εποχικοί εργαζόμενοι, οι οποίοι αποτελούν ένα σεβαστό ποσοστό του εργατικού δυναμικού, δεν στηρίζονταν και συνεχίζουν να μην επωφελούνται.
Τονίζεται βέβαια ότι, θα υπάρξει ένα κόστος απώλειας εσόδων για το κράτος περίπου €45 εκατ., χωρίς να αναφέρεται κάπου κάποια αναπλήρωση.
Πρόκειται για ένα μέτρο που «φαίνεται» πολύ, αλλά δεν αλλάζει τη ζωή των περισσοτέρων.
Μετά έρχονται οι νέες κλίμακες που αντί να προωθείται μέσα από αυτές ένα πιο απλό, σταθερό και διαφανές φορολογικό πλαίσιο που να μειώνει την αβεβαιότητα για εργαζόμενους και επιχειρήσεις, έχομε μια προσαρμογή που δεν δίνει θεραπεία.
Οι νέοι συντελεστές ανακουφίζουν κάπως τη μεσαία τάξη, αλλά το σύστημα παραμένει περίπλοκο. Δημιουργεί μεγάλα «σκαλοπάτια» στα ήδη υπάρχοντα, ενθαρρύνοντας ένα λογιστικό χάος και αποθαρρύνοντας την πλήρη δήλωση εισοδήματος.
Προφανώς το επόμενο, ήταν αρκετά θεμιτό. Μιλάμε για τις φοροεκπτώσεις σε οικογένειες. Εκεί υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις αλλάζοντας τα όρια, από €90 χιλ. έως €200 χιλ.
Όμως εδώ έχουμε το εξής παράδοξο. Η μεγαλύτερη ελάφρυνση πάει τελικά σε νοικοκυριά μεσαίων και υψηλών εισοδημάτων, με τις πραγματικά ευάλωτες οικογένειες να ωφελούνται πολύ λιγότερο. Θα έλεγε κανείς, ότι αυτή η αλλαγή λειτουργεί περισσότερο ως επιδότηση της μεσαίας τάξης παρά ως μέτρο δικαιότερης κατανομής του βάρους.
Στη συνέχεια είναι η αύξηση της έκπτωσης στους τόκους και τα ενοίκια, που μπορεί να ανακουφίσει κάποια νοικοκυριά, αλλά δεν αγγίζει τη ρίζα του στεγαστικού προβλήματος. Κι ο λόγος είναι επειδή δεν οδηγεί στη μείωση των τιμών των ακινήτων, ούτε αυξάνει την προσφορά κατοικίας και δεν προστατεύει όσους έχουν αποκλειστεί πλήρως από την αγορά.
Ακολουθεί η κατάργηση χαρτοσήμου, όπου εδώ αν και έπρεπε να γίνει προστίθενται στις απώλειες για του κράτους ακόμη €20-35 εκατ. χωρίς αντιστάθμιση.
Ωστόσο, αν και τα πιο πάνω φαντάζουν ότι ενθαρρύνουν τη φοροδιαφυγή, ακούστηκε ότι θα ληφθούν μέτρα όπως σφράγισμα επιχειρήσεων και δέσμευση μετοχών. Λέμε, «ακούστηκε», διότι χωρίς στελέχωση, ψηφιοποίηση και σοβαρό έλεγχο, όλα αυτά θα μείνουν στα χαρτιά.
Τελικά, ποιος κερδίζει;
Έχοντας λοιπόν μια σοβαρή απώλεια για το κράτος περί των €110 εκατ. ετησίως από όλες συνολικά τις αλλαγές, εγείρονται ερωτήματα.
Από τη μία έχουμε, όφελος για τα μεσαία στρώματα μέσω εκπτώσεων και διευρυμένων κριτηρίων, αλλά και για οικογένειες με υψηλότερα εισοδήματα όπου βρίσκουν απροσδόκητα μεγάλη ελάφρυνση.
Παραμένουν όμως ευάλωτοι, οι… ευάλωτοι, καθώς συνεχίζουν να μην λαμβάνουν την ελάχιστη ουσιαστική βελτίωση.
Ας μην είμαστε όμως απορριπτικοί, μιας και η μεταρρύθμιση αυτή δεν είναι και το τέλος του κόσμου, αλλά και ούτε η τομή που θα φέρει την ανατροπή.
Είναι περισσότερο μια διανομή ανακουφίσεων, παρά μια ολοκληρωμένη επανεκκίνηση του φορολογικού μοντέλου.
Και στο τέλος της ημέρας, η μεγάλη ερώτηση παραμένει μετέωρη. Δημιουργήθηκε ένα πιο δίκαιο σύστημα ή απλώς μοιράστηκαν προεκλογικές ελαφρύνσεις; Αυτό, ενδεχομένως, είναι το πραγματικό ερώτημα που η απάντηση είναι γνωστή αλλά δεν θα δοθεί.
Ποιος επωφελείται και ποιο το κόστος τελικά από τη φορολογική μεταρρύθμιση;
Η πρόσφατη φορολογική μεταρρύθμιση, παρά τις αρχικές εξαγγελίες για ανακούφιση των νοικοκυριών, φαίνεται να έχει περιορισμένο αντίκτυπο και να δημιουργεί νέα προβλήματα. Η αύξηση του αφορολόγητου ωφελεί κυρίως όσους έχουν σταθερό εισόδημα, αφήνοντας εκτός πολλούς χαμηλόμισθους και εποχικούς εργαζόμενους. Οι νέες κλίμακες φορολογίας, αν και προσφέρουν κάποια ανακούφιση στη μεσαία τάξη, θεωρούνται περίπλοκες και ενθαρρύνουν τη φοροδιαφυγή. Οι φοροεκπτώσεις σε οικογένειες ευνοούν περισσότερο τα νοικοκυριά με υψηλότερα εισοδήματα, ενώ η αύξηση της έκπτωσης στους τόκους και τα ενοίκια δεν αντιμετωπίζει το στεγαστικό πρόβλημα. Η κατάργηση του χαρτοσήμου επιφέρει απώλεια εσόδων για το κράτος, χωρίς να υπάρχει κάποια αντιστάθμιση. Συνολικά, η μεταρρύθμιση αναμένεται να οδηγήσει σε απώλεια εσόδων ύψους περίπου 110 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως για το κράτος, ενώ η αποτελεσματικότητά της στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής αμφισβητείται. Ο Υπουργός Εργασίας, Μαρίνος Μουσιούττας, αναφέρει ότι η αλλαγή Υπουργού και η ανάγκη για συμφωνία στον κατώτατο μισθό μεταθέτουν την κατάθεση των νομοσχεδίων για το συνταξιοδοτικό στο 2026.
You Might Also Like
Οι χαμένες Ιστορίες του μέλλοντος
Nov 30
Το Σχίσμα και η βαριά ιστορία δεν θα γεφυρωθούν με κοινό εορτασμό του Πάσχα
Dec 1
Γ.Γ. ΠΕΟ στη «Χ»: «Κανένας εργαζόμενος μόνος του»
Dec 1
Παίρνεις 1+1 δωρεάν!...
Dec 7
Απαράδεκτη η φορολόγηση της αποζημίωσης στους εκτοπισμένους
Dec 7